Μπιμπίλα

  1. Physical-item (Item)
  2. Μπιμπίλα
  3. ΤΖ.Ο.1.Κ4
  4. 1890
  5. Μικρά Ασία
  6. [-]
    • Μπιμπίλα, πράσινη, με διακοσμητικά στοιχεία από είκοσι ανθύλλια (πεντάφυλλα άνθη), σε χρώμα κίτρινο, θαλασσί, τριανταφυλλί. Η μπιμπίλα είναι δαντέλα που χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα για να στολίσει το κεφαλομάντηλο και το γυναικείο πουκάμισο στην τραχηλιά, στον ποδόγυρο και στα μανίκια. Είναι στενή δαντέλα, με ευθύγραμμη την πλευρά που ράβεται στο ύφασμα και οδοντωτή ή ανθεμωτή την άλλη που μένει ελεύθερη. Πλέκεται με τη βελόνα του ραψίματος και με λεπτή λευκή ή χρωματιστή κλωστή.